Ο κίνδυνος εισαγωγής στο νοσοκομείο με καρδιακή νόσο είναι διπλάσιος τους 12 μήνες μετά τον τοκετό για τις μητέρες διδύμων σε σύγκριση με τις γυναίκες που γέννησαν ένα μωρό, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύτηκε στο European Heart Journal. Ο κίνδυνος είναι ακόμη υψηλότερος σε μητέρες διδύμων που παρουσίασαν υψηλή αρτηριακή πίεση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.

«Το ποσοστό των δίδυμων κυήσεων παγκοσμίως έχει αυξηθεί τις τελευταίες δεκαετίες, λόγω των θεραπειών γονιμότητας και των μεγαλύτερων ηλικιών κατά τις οποίες γίνονται οι γυναίκες μητέρες. Προηγούμενες μελέτες δεν έχουν δείξει μακροπρόθεσμο αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων σε μητέρες με δίδυμες κυήσεις που παρακολουθούνται για δεκαετίες μετά τον τοκετό. Ωστόσο, αυτό είναι αντίθετο με την κλινική εμπειρία όταν φροντίζουμε ασθενείς με δίδυμη κύηση», είπε ο επικεφαλής της μελέτης.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

«Δεδομένου του απαράδεκτα υψηλού ποσοστού μητρικής θνησιμότητας τον πρώτο χρόνο μετά τον τοκετό λόγω καρδιαγγειακής νόσου, θέλαμε να εξετάσουμε εάν οι δίδυμες κυήσεις αυξάνουν αυτόν τον κίνδυνο».

Οι ερευνητές μελέτησαν δεδομένα για 36 εκατομμύρια τοκετούς (από το 2010 έως το 2020), τα οποία ελήφθησαν από τη βάση δεδομένων για εκ νέου εισαγωγή των μητέρων στο νοσοκομείο.

Χώρισαν τις εγκύους σε τέσσερις ομάδες: εκείνες που είχαν δίδυμα αλλά φυσιολογική αρτηριακή πίεση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, εκείνες που είχαν δίδυμα και υπερτασική νόσο εγκυμοσύνης (υψηλή αρτηριακή πίεση), όσες είχαν μονήρεις κυήσεις (ένα μωρό) με φυσιολογική αρτηριακή πίεση και όσες είχαν μονήρεις κυήσεις με υπερτασική νόσο της κύησης.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η υπερτασική νόσος της εγκυμοσύνης περιλαμβάνει την υπέρταση κύησης, την προεκλαμψία, την εκλαμψία και την προεκλαμψία σε γυναίκες με προϋπάρχουσα υπέρταση.

Για κάθε ομάδα, οι ερευνητές υπολόγισαν το ποσοστό των ασθενών που εισήχθησαν ξανά στο νοσοκομείο εντός ενός έτους από τον τοκετό με οποιοδήποτε είδος καρδιαγγειακής νόσου, συμπεριλαμβανομένης της καρδιακής προσβολής, της καρδιακής ανεπάρκειας ή του εγκεφαλικού.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το ποσοστό των επανεισαγωγών για καρδιαγγειακά νοσήματα μέσα σε ένα χρόνο από τον τοκετό ήταν συνολικά υψηλότερο για τις μητέρες με δίδυμα (1.105,4 ανά 100.000 τοκετούς) από τις μονήρες κυήσεις (734,1 ανά 100.000 τοκετούς).

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Σε σύγκριση με τις μονήρεις κυήσεις με φυσιολογική αρτηριακή πίεση, οι μητέρες με δίδυμα με φυσιολογική αρτηριακή πίεση είχαν περίπου διπλάσιες πιθανότητες να νοσηλευτούν με καρδιαγγειακή νόσο. Για εκείνες που γέννησαν δίδυμα έχοντας υψηλή αρτηριακή πίεση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ο κίνδυνος είναι περισσότερο από οκτώ φορές υψηλότερος.

Ωστόσο, ένα χρόνο μετά τη γέννηση, οι θάνατοι από οποιαδήποτε αιτία, συμπεριλαμβανομένων των καρδιακών παθήσεων, ήταν υψηλότεροι μεταξύ ασθενών με μονήρεις κυήσεις που είχαν παθήσεις υψηλής αρτηριακής πίεσης σε σύγκριση με ασθενείς με δίδυμα με παθήσεις υψηλής αρτηριακής πίεσης. Αυτό δείχνει ότι ο κίνδυνος για τις μητέρες των διδύμων μειώνεται μακροπρόθεσμα, ενώ οι μητέρες που γέννησαν ένα μωρό μπορεί να έχουν άλλους προϋπάρχοντες παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου.

Οι ερευνητές δεν μπόρεσαν να εξετάσουν βασικούς παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα, όπως η φυλή/εθνικότητα, το κάπνισμα, η παχυσαρκία και η χρήση ναρκωτικών, επειδή δεν καταγράφηκαν με συνέπεια στη βάση δεδομένων.

«Η καρδιά της μητέρας δουλεύει πιο σκληρά στις δίδυμες εγκυμοσύνες από ό,τι στις μονήρεις κυήσεις και χρειάζονται εβδομάδες για να επιστρέψει η καρδιά στην κατάσταση πριν από την εγκυμοσύνη.

«Οι γυναίκες με δίδυμες κυήσεις θα πρέπει να γνωρίζουν τη βραχυπρόθεσμη αύξηση των επιπλοκών καρδιαγγειακών παθήσεων τον πρώτο χρόνο μετά τον τοκετό, ακόμη και αν είχαν μια εγκυμοσύνη χωρίς επιπλοκές υψηλής αρτηριακής πίεσης, όπως η προεκλαμψία. Οι γυναίκες που κάνουν θεραπείες γονιμότητας, ειδικά εκείνες που έχουν κι άλλους παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου, όπως μεγαλύτερη ηλικία, παχυσαρκία, διαβήτη, υψηλή αρτηριακή πίεση ή καρδιακές παθήσεις, θα πρέπει να ενημερώνονται ότι η εγκυμοσύνη μπορεί να αυξήσει τις επιπλοκές της καρδιαγγειακής νόσου βραχυπρόθεσμα.

«Δεδομένων αυτών των υψηλότερων κινδύνων, οι γιατροί θα πρέπει να συνεχίσουν να παρακολουθούν τη μητέρα για έως και ένα χρόνο μετά τη γέννηση σε κυήσεις υψηλού κινδύνου, όπως οι δίδυμες κυήσεις».

Στις Ηνωμένες Πολιτείες τα στοιχεία δείχνουν ότι περίπου το 33% των θανάτων που σχετίζονται με εγκυμοσύνη αποδίδονται σε καρδιαγγειακά περιστατικά.

Υπάρχει κενό γνώσης για τη σχέση της εγκυμοσύνης με την καρδιαγγειακή νόσο όσον αφορά στις δίδυμες κυήσεις. Οι δίδυμες κυήσεις είναι 31 ανά 1.000 γεννήσεις (3,1%). Περίπου στα δύο τρίτα η σύλληψη είναι φυσιολογική και στο ένα τρίτο η σύλληψη γίνεται με τεχνολογίες υποβοηθούμενης αναπαραγωγής όπως η εξωσωματική γονιμοποίηση ή με θεραπείες πρόκλησης ωορρηξίας.

Είναι αξιοσημείωτο ότι οι συγγραφείς παρατήρησαν σημαντικά υψηλότερα ποσοστά εκ νέου εισαγωγής στο νοσοκομείο λόγω καρδιαγγειακής νόσου μετά από δίδυμη κύηση σε σύγκριση με τις μονήρεις.

«Πρέπει να θεωρούμε το τέταρτο τρίμηνο (12 εβδομάδες μετά τον τοκετό) ως μια κρίσιμη χρονική περίοδο για να κάνουμε σημαντικές αλλαγές που θα επηρεάσουν μακροπρόθεσμα την καρδιαγγειακή υγεία. Η συνεργασία μεταξύ μαιευτηρίων, καρδιολόγων και άλλων ειδικών γιατρών είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση της κρίσης της μητρικής θνησιμότητας και για τη μείωση των επιπλοκών μετά τον τοκετό» τόνισε ο επικεφαλής της μελέτης.

https://academic.oup.com/eurheartj/advance-article-abstract/doi/10.1093/eurheartj/ehaf003/7989629?redirectedFrom=fulltext&login=false

ΠΗΓΗ

Προηγούμενο άρθροΌτεσεν: «Είναι το μεγαλύτερο παιχνίδι ισλανδικού συλλόγου με τον Παναθηναϊκό, και φυσικά τρελό αν το σκεφτείς…»
Επόμενο άρθροΗ Μπάγερν προσφέρει νέο συμβόλαιο στον Ουπαμεκανό